210-2846555
info@stamouli.gr

Χοληστερίνη

Η χοληστερίνη, ή ορθότερα  χοληστερόλη, συντίθεται στο ήπαρ από τα λίπη που προσλαμβάνονται μέσω της διατροφής.

Η  χοληστερόλη διαδραματίζει ένα πολύ σημαντικό ρολό καθώς είναι βασικό δομικό συστατικό της εξωτερικής μεμβράνης των κυττάρων (κυτταρικό τοίχωμα). Επίσης, αποτελεί τον δομικό λίθο των στεροειδών ορμονών όπως είναι η τεστοστερόνη, τα οιστρογόνα και η κορτιζόλη (είναι πρόδρομο μόριο της βιταμίνης D3). Τέλος, συμμετέχει στην πέψη της τροφής με το σχηματισμό των χολικών οξέων που προάγουν την πέψη και απορρόφηση λίπους της τροφής.

Η χοληστερόλη, λόγω της αδυναμίας της να διαλυθεί στο νερό, κυκλοφορεί στο αίμα προσδεδεμένη σε πρωτεΐνες σχηματίζοντας τις λιποπρωτεΐνες, με πιο γνωστές την HDL (λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας – high density lipoprotein) και την LDL (λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας – low density lipoprotein).

Η LDL μεταφέρει τη χοληστερόλη από το ήπαρ από όπου συντίθεται, στα σημεία που είναι απαραίτητη είτε ως δομικό συστατικό του κυτταρικού τοιχώματος είτε για την παραγωγή ορμονών. Σε περίσσεια της, επικάθεται στα τοιχώματα των αρτηριών σχηματίζοντας τις αθηρωματικές πλάκες, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο απόφραξης τους, και για αυτό έχει χαρακτηριστεί ως ‘’κακή χοληστερίνη’’.

Η HDL δεσμεύει την «περίσσεια» χοληστερόλης από τους περιφερικούς ιστούς και τη μεταφέρει στο ήπαρ όπου απομακρύνεται με τη μορφή των χολικών οξέων τα οποία αποβάλλονται μέσω της χολής στο έντερο. Αυτός είναι ο λόγος που η HDL έχει χαρακτηριστεί ως ‘’καλή χοληστερίνη’’.

Ο ρόλος της χοληστερόλης είναι πολύ σημαντικός για την εύρυθμη λειτουργεία του ανθρώπινου οργανισμού. Εξίσου σημαντικό, όμως, είναι να βρίσκεται εντός κάποιων ορίων.  Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, η αυξημένη συγκέντρωση χοληστερόλης στο αίμα και συγκεκριμένα επίπεδα άνω των 200 mg/dl έχει συνδυαστεί με αυξημένο κίνδυνο αθηροσκλήρωσης και καρδιαγγειακής νόσου. Τα επίπεδα HDL κάτω των 40 mg/dl είναι μικρότερα του επιθυμητού ενώ στόχος είναι  επίπεδα μεγαλύτερα από 60 mg/dl ενώ η LDL μικρότερη από 100 mg/dl. Ο έλεγχος της χοληστερόλης γίνεται με μια απλή εξέταση αίματος.

Για τον έλεγχο των επιπέδων της χοληστερόλης στο αίμα πρέπει να καταλάβουμε ποιοι παράγοντες οδηγούν στην αύξησή της. Ο σημαντικότερος παράγοντας που αυξάνει τα επίπεδα της είναι η διατροφή πλούσια σε κορεσμένα λιπαρά οξέα καθώς και η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας. Η παχυσαρκία, και συγκεκριμένα ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) άνω του 30 kg/cm2, το κάπνισμα, η κατάχρηση του αλκοόλ μπορούν να οδηγήσουν στην αύξηση της χοληστερόλης και την ελάττωση της HDL. Το φύλο και η ηλικία επηρεάζουν τις τιμές αυτές καθώς μετά τα 40 έτη φθίνει η ικανότητα του ήπατος να απομακρύνει αποτελεσματικά την LDL, με αποτέλεσμα την αύξηση τόσο της LDL όσο και της χοληστερόλης. Δεν σημαίνει όμως ότι δε μπορούν να παρατηρηθούν αυξημένα επίπεδα τους και σε νεότερους ασθενείς όπως σε όσους πάσχουν από οικογενή υπερχοληστερολαιμία (μια νόσος που κληρονομείται).

Η αλλαγή του τρόπου ζωής, η τακτική αερόβια άσκηση, η ελάττωση της κατανάλωσης κορεσμένων λιπαρών οξέων και η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών μπορούν να βοηθήσουν αποτελεσματικά στη μείωση της χοληστερόλης. Τέλος, η φυτοφαγική διατροφή έχει φανεί να ελαττώνει τη χοληστερόλη και την LDL. Ακόμη και με τις αλλαγές αυτές όμως μπορεί να χρειαστεί από 6 έως 12 μήνες για να αλλάξουν στις εξετάσεις αίματος σας. Ένας ακόμα τρόπος για την ελάττωση της χοληστερόλης και της LDL είναι η φαρμακευτική αγωγή, κάτι το οποίο θα πρέπει να συζητήσετε με τον ιατρό που σας παρακολουθεί.

Η παρακολούθηση των λιπιδίων του ορού καθώς και η σωστή ερμηνεία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων είναι ευθύνη του θεράποντος ιατρού και η έγκαιρη ρύθμιση των επιπέδων τους μπορεί να προλάβει και να βελτιώσει την ποιότητα ζωής.

elGreek